- ἀρχετύπους
- ἀρχέτυποςfirst-moulded as a patternmasc/fem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πολυφυλετισμός — ο, Ν βιολ. χαρακτηριστικό τών ταξινομικών ομάδων τών οποίων τα είδη δεν κατάγονται από έναν μοναδικό αρχέτυπο, αλλά σχηματίζουν διαφορετικές φυλογενετικές σειρές, προερχόμενες από διαφορετικούς αρχετύπους. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ.… … Dictionary of Greek
Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… … Dictionary of Greek